Δευτέρα 18 Μαΐου 2020

ΧΕΡΙΑ

ΧΕΡΙΑ


Χέρια απαλά, βελούδινα, τρυφερά.
Χέρια από μετάξι, αψεγάδιαστα. 
Έτοιμα να ανοίξουν την αγκαλιά τους, να σε δεχτούν.
Χέρια παγωμένα, ακροδάχτυλα σκληρά.
Ματωμένα, βασανισμένα, εμφανώς ταλαιπωριμένα.
Έτοιμα να ανοίξουν την αγκαλιά τους, να σε δεχτούν.
Χέρια που αγγίζουν και σε καίνε με το πάθος.
Χέρια που απλά ακουμπούν, αδιάφορα, από συνήθεια.
Χέρια που προκαλούν τις αισθήσεις.
Χέρια ιδρωμένα, τρομαγμένα, κρυμμένα στις τσέπες.
Χέρια βάρβαρα, άκομψα.
Κλείσε τα μάτια σου, άγγιξε με.
Κλείνω τα μάτια μου, σε αγγίζω. Τι νιώθεις;
Νιώθω τον πόνο σου.
Νιώθεις την αγάπη μου;
Τα χέρια, που σε άλλα χέρια ταίριαξαν.
Τα χέρια που σε κράτησα.
Τα χέρια που με άφησαν να φύγω.
Τα χέρια που μπλέχτηκαν, και απότομα ξεμπλέχτηκαν.
Τα χέρια που εγώ θυμάμαι κάθε τους καμπύλη.
Τα χέρια που εσύ ξέχασες να αγγίζεις.
Χέρια που σε κρατούν και νιώθεις ασφάλεια.
Χέρια που προκαλούν τη μεγαλύτερη ανασφάλεια.
Ψάξε τα χέρια μου στο πλήθος, κράτα τα σφιχτά, μην νιώθεις μόνος.
Κρατήσου με τα χέρια σου και σήκω.
Τα χέρια μου, έπαψαν να σε αγκαλιάζουν.
Τα χέρια σου, δεν με αναζήτησαν το βράδυ.
Τα χέρια σου στο λαιμό μου με πνίγουν.
Τα χέρια μου δεν έχουν δύναμη.
Κράτα με, άσε με.
Στα χέρια σου, διαβάζω την ζωή σου, ξέρω τι πέρασες.
Στα χέρια μου, διάβασε την αγάπη, άγγιξε με. 
Περιμένω.
Τα χέρια μας θα ξανά πλεχτούν.
Θα δεις. 
Τα χέρια μας θα θέλουν να ζευγαρώσουν.
Θα αναζητάς τα χέρια μου στο πλήθος.
Θα αναζητώ τα χέρια σου τις κρύες νύχτες.
 Έτοιμα να ανοίξουν την αγκαλιά τους, να με δεχτούν.







                     BY: World Prisoners

Κυριακή 18 Αυγούστου 2019

Τα Λυμένα μου Κορδόνια

Τα Λυμένα μου Κορδόνια


Τα παπούτσια μου, καλοκαιρινά και χειμωνιάτικα, πάντα με κορδόνια λυμένα.
''Θα τα πατήσεις και θα πέσεις'' μου φωνάζαν μικροί μεγάλοι.
''Θα τα λερώσεις, θα τα ξεφτίσεις''.
''Τα παπούσια σου θα φαίνονται βρώμικα''.
Δεν κατάλαβαν ποτέ.
Δεν είναι θέμα άνεσης μαμά, Δεν είναι θέμα αντίδρασης παππού.
Δεν είναι η μόδα, μπαμπά.
Είναι λυμένα, γιατί οι κόμποι με τρομάζουν, μου θυμίζουν αυτό το σφίξιμο στο στομάχι , της ενοχής.
Είναι λυμένα, γιατί μου θυμίζουν την ζωή. 
Καθαρά κορδόνια, καινούρια κορδόνια,  καθαρή ζωή αμόλυντη, με το πέρασμα του χρόνου, λερωμένη, στιγματισμένη, ένας χάρτης με μουτζούρες. Τα κορδόνια μου με ακολουθούν, ζουν όσα ζω, περνάνε απ' όπου περνώ.
Λερωμένα στην εξώπορτα τα κοιτώ και μου θυμίζουν τους δρόμους που περπάτησα, με δένουν με αναμνήσεις χωρίς να είναι δεμένα τα ίδια.
Τα λυμένα μου κορδόνια, είναι όμορφα κι ας είναι λερωμένα.
Κι αν τα πατήσω και πέσω, θα σηκωθώ, δεν θα κλάψουν που τα πάτησα, ούτε εγώ που έπεσα, θα σηκωθώ αμέσως και θα συνεχίσω να περπατώ και εκείνα να σέρνονται στον δρόμο, ήσυχα, πιστοί συνοδοιπόροι.
Όταν ξεφτίσουν, δεν θα λυπάμαι, ήταν άξιοι φίλοι. 
Ξέρετε, αλήθεια λέω ότι ήταν άξιοι φίλοι, όταν κανείς δεν έπαιζε μαζί μου, εκείνα ήταν πάντα εκεί να μου κρατούν παρέα πάνω στο παγκάκι, τρελαίνοντας τα με τα δαχτυλά μου. Ακόμη και στην τάξη τότε, που δεν είχα διαβάσει, εκείνα δεν με μάλωσαν, ούτε γέλασαν ποτέ. 
Τα λυμένα μου κορδόνια, με κάναν ατρόμητη, δεν ξεγλύστρησαν όταν φοβήθηκα.















My shoe laces are (NOT) tied, and I know how far I can run not to stumble
My shoe laces are (NOT) tied, my cap fits on my head
My shoe laces are (NOT) tied, and I know how far I can run not to stumble
My shoe laces are(NOT) tied, and my cap fits so well 

(beng beng cocktail, My shoe laces)







by: World Prisoners






Κυριακή 5 Αυγούστου 2018

ΣΑΝ ΣΚΑΝΤΖΟΧΟΙΡΟΙ

    ΣΑΝ ΣΚΑΝΤΖΟΧΟΙΡΟΙ


Βγάζουμε τα αγκάθια μας, τα αφήνουμε να δημιουργήσουν ένα σκληρό κέλυφος.
Να μην μας αγγίζει κανείς, και όποιος τολμάει, να πονάει και να φεύγει.
Να περπατάμε παράλληλα αλλά ποτέ μαζί, να αγκαθοχτυπιόμαστε,
αλλά να μην επιτρέπουμε ούτε μία λαβωματιά.
  Να νιώθουμε αλλά να τρομάζουμε στην ιδέα να αποκαλύψουμε την βελούδινη πλευρά μας.
Μήπως, σπάσει κανένα αγκάθι και μειωθεί η προστασία μας.

Ντρεπόμαστε να δούμε την γύμνια μας, όχι του σώματος όχι.
Της ψυχής μας, φυσικά. 
Την μοναξιά που μας περικλείει και είναι παγωμένη.
και ζεσταινόμαστε σε προσωρινές ιδεατές αγκαλιές.
Και μετά,τις ίδιες αγκαλιές τις πληγώνουμε ξανά και ξανά και ξανά.
Ώστε ο πόνος να τις κάνει να μας αφήσουν απότομα στο έδαφος. 
Και σαν σκαντζόχοιροι να καλυφτούμε πάλι.

Και μετά τι;
μετά τα αγκάθια γυρίζουν προς τα μέσα, και αυτό-τραυματιζόμαστε.
ματώνουμε και προχωράμε, γιατί ο εγωισμός μας και η υπερηφάνεια μας
δεν μας αφήνει να δείξουμε ούτε τον πόνο μας.

και μένουμε να υποφέρουμε μόνοι και όλα αυτά γιατί;
για έναν φόβο που δεν ξεπεράσαμε ποτέ.
Για μία ανάμνηση που δεν αφήσαμε να μείνει στο παρελθόν.
Για όλα αυτά που δεν ξεπεράσαμε και μείναμε στάσιμοι.
Για όσους πιστέψαμε ότι δεν θα ήταν αντάξιοι των προσδοκιών μας.

Εκεί λοιπόν, αργά αργά συνεχίζουμε έναν δρόμο, μέχρι το τέλος, 
έναν δρόμο με ένα φορτίο που δεν μοιραστήκαμε ποτέ.

Για πόσο ακόμα θα κρυβόμαστε κάτω από τα αγκάθια;
 Για πόσο ακόμα δεν θα έχουμε ίχνος αγάπης να δώσουμε;
γιατί η αλήθεια είναι πως πάντα έχουμε, απλά ο εγωισμός δεν επιτρέπει να το αντιληφθούμε.
Μήπως να αποτινάξουμε την αγκαθωτή χαίτη μας και να βαδίζουμε με σύμμαχο και αντίπαλο τον εαυτό μας;





.....

Από το φόβο της εκδήλωσης στο φόβο της ταπείνωσης, στην ανάγκη της λύτρωσης απ' όσα την πολεμάν.

(IRATUS- Ta λέμε το πρωί)


Τετάρτη 1 Νοεμβρίου 2017

ΜΙΑΣ ΝΥΚΤΟΣ ΣΚΕΨΕΙΣ

                                                     


                                           ΜΙΑΣ ΝΥΚΤΟΣ ΣΚΕΨΕΙΣ

               Η στιγμή που γυροφέρνω, στα σεντόνια τέσσερις το χάραμα, αδυνατώ να κοιμηθώ, αδυνατώ να αφήσω ελεύθερο το μυαλό μου, αδυνατώ να αναπνεύσω στον κόσμο σας, αδυνατώ να ανταπεξέρθω  στην υποκρισία σας, αδυνατώ να γελάσω με τα αστεία σας, αδυνατώ να χαρώ με την ψεύτικη χαρά σας. Δεν μπορώ να γίνω άλλο πια το πιόνι των επιφανειακών σχέσεων σας, δεν θα μείνω να σας βλέπω να αγκαλιάζεστε και στις πλάτες σας να ετοιμάζεστε να καρφώσετε μαχαίρια, δεν θα είμαι μέρος της πιο ψυχοφθόρας παράστασής σας, δημιουργώ τάσεις φυγής και αφήνομαι μακριά στα όνειρά μου, στην αληθινή αγάπη που κρύβω μέσα μου, στην ειλικρίνεια που κατακλύζει το μυαλό μου. Σπάω τα δεσμά της δίκαιας αδικίας σας, απομακρύνομαι με ταχύτητα φωτός από ιδεατό πλαστικά φτιαγμένο κόσμο σας. Δεν θέλω να αντικρίζω πια μάτια με εικονική φροντίδα, δεν θέλω να έχω στη ζωή μου εισβολείς αναξιοπρέπειας και ανανδρίας. Μοιράζετε λέξεις και χαμόγελα, σαν πασατέμπο σε σπουργίτια, κανένα νόημα, καμία ουσία, ανακυκλώνεστε στον ίδιο τον φαύλο κύκλο της ανάγκη σας για αναγνωρισιμότητα, για ανταλλάγματα, για το φαίνεσθαι, χάσατε τον εαυτό σας, μόνοι σας το επιλέξατε, αλλάζετε τα πρόσωπα σας, αλλάζετε τις εκφράσεις σας, αλλά το ίδιο σαπισμένα κουφάρια είναι οι ψυχές σας, κρύβεστε πίσω από τα στεγανά που προστατεύουν την πιο κομπλεξική πλευρά σας. Δεν θα μείνω σε καμία άνιση μάχη, βλέπω καθαρά πως κάθε ελπίδα έχει χαθεί και κάθε ευκαιρία σας την πετάτε μακριά σαν ενοχλητικό χνούδι στο παλτό σας. Ψεκάζεστε με ένα σωρό αρώματα για να κρύψετε την δυσοσμία των πιο βρόμικων πράξεών σας. Αγαπάτε από συμφέρον, μισείτε όταν σας αγαπούν χωρίς να ζητούν καμία ελεημοσύνη. Εθίζεστε στα ψέματα και γίνονται ένα με το σάλιο σας, τόσο που τα πιστεύετε και εσείς οι ίδιοι. Τα μεγάλα σας λόγια, πραγματικοί θεατρίνοι, ρήτορες της δεκάρας, όλα αυτά στα μάτια μου μοιάζουν ένα τεράστιο μπαλόνι που δεν βλέπω την ώρα να κάνω τα χέρια μου καρφιά και να φανερώσω το πόσο φθηνοί είστε. Ξέρω όμως ποιος είναι ο φόβος σας, ποιο είναι αυτό που σας κάνει να σκύβετε το κεφάλι. Φοβάστε να αντικρίζετε ανθρώπους καθαρούς, αγνούς, αληθινούς και μη προσεγγίσιμους, τρέμετε στην ιδέα της καλοσύνης. Την εξοντώνετε σαν να είναι ζιζάνιο που σας λερώνει τους κήπους με τα σαρκοφάγα φυτά που έχετε καταντήσει να είστε. Αλλοιωμένοι και αλλοτριωμένοι βρίσκεστε στην αφάνεια και βγαίνετε στην επιφάνεια για να κατασπαράξετε την αγάπη.

Πόσο πολύ σας λυπάμαι, ταυτόχρονα όμως χαίρομαι ακόμα περισσότερο γιατί τα κοφτερά σας δόντια δεν διαπερνούν πλέον την δική μου πανοπλία, δεν είμαι ένας από σας και ούτε θα γίνω, θέλω να μείνω ελεύθερη, να συνεχίσω να αναπνέω μακριά σας αλλά ζωντανή ψυχή τε και σώματι.

Και θα το κάνω, γιατί αν κράτησα κάτι από σας είναι η επιμονή, με τη διαφορά ότι τη χρησιμοποιώ για να φθάσω ψηλά, κάθε μέρα και ένα σκαλί να περάσω την δική σας ατμόσφαιρα και να φθάσω στον αέρα της δικής μου ευτυχίας.


 Καληνύχτα σας.

 BY: WORLD PRISONERS


(Απόσπασμα από ένα αγαπημένο κομμάτι, F.F.C ''βαρέθηκα'')

βαρέθηκα και τη γνώμη που έχουν οι άλλοι για μένα μα το μυαλό μου αντέχει ακόμα και με σπασμένα τα φρένα βαρέθηκα όλους αυτούς που προσκυνάνε το χρήμα μόνοι χωρίς αντίδοτο σε ένα λάκκο με φίδια βαρέθηκα τους δήθεν φίλους που χτυπάνε πισώπλατα κρύβουν συνέχεια τη βρωμιά τους με χιλιάδες αρώματα μα πιο πολύ βαρέθηκα αυτούς που φανήκανε αχάριστοι εθιστήκανε στο ψέμα κι έτσι πάθανε εξάρτηση [...]

Βαρέθηκα να ψάχνω ένα νόημα να βρω με κακόγουστο αστείο να μοιάζει η ζωή που ζω κάποιοι θα πουν πως είναι ωραία κάποιοι άλλοι ίσως το αντίθετο βαρέθηκα ψάχνοντας το πιο ταιριαστό επίθετο κι αυτούς που δεν εκτίμησαν όταν δίπλα τους στάθηκα αυτούς δεν τους βαρέθηκα απλώς, μα τους σιχάθηκα








Δευτέρα 9 Οκτωβρίου 2017

μάνα, μητέρα, μαμά

                                                                    ΜΑΜΑ

       Συχνά, αναρωτιέμαι, πόσο θα κρατήσουν οι φιλίες, πόσο ισχυρές είναι και που τελικά βασίζονται. Μετρώ και ξανά μετρώ τους φίλους και όλο μου βγαίνουν λιγότεροι μέρα με την μέρα, όμως πάντα μετρώντας τους στα δάχτυλά μου, παραμένει ο άσσος, που δεν είναι άλλος από την μητέρα μου.  Το πιο ισχυρό δέσιμο που είχα ποτέ με άνθρωπο και ειλικρινά δεν είναι τυχαίο.

      Η αλήθεια είναι, πώς από μικρή είχα αδυναμία στον πατέρα μου, πάντα όταν μάλωνα με την μαμά, έτρεχα στην αγκαλιά του, του ζητούσα να με δικαιολογήσει για τις ζημιές και τις αταξίες μου.
Ουσιαστικά, φοβόμουν την αντίδραση της μητέρας μου, μήπως την θυμώσω και την στεναχωρήσω.

Τα μαλώματα με την μητέρα μου όπως και όλοι με τους μαμάδες μας είναι αμέτρητα, άλλοτε σοβαρά, άλλοτε τόσο ανούσια, που μετά τις φωνές, αγκαλιαζόμαστε και γελάμε μέχρι δακρύων. Ωστόσο, σε αυτά τα σοβαρά μαλώματα, που δακρύζεις, βλαστημάς, θέλεις να βροντήξεις την πόρτα και να φύγεις, εκείνα είναι που σε δένουν περισσότερο και καταλήγεις στο συμπέρασμα πώς αυτά είναι τα πιο γλυκά δάκρυα που έχεις μοιραστεί για άνθρωπο.

Μετά, έρχονται αυτές οι δυνατές, σφιχτές αγκαλιές, τις πιο δύσκολες ώρες, που κρύβεσαι μέσα τους, κουρνιάζεις, ξεσπάς και εκείνο το χάδι στα μαλλιά που είναι το καλύτερο ηρεμιστικό  όλου του κόσμου. Αλλά και οι άλλες αγκαλιές, αυτές των επιτυχιών και των χαρών, που χοροπηδάτε σαν μικρά παιδιά, που μοιράζεστε αυτές τις συγκινήσεις. Εκείνη η στιγμή που νιώθεις πώς μοιράζεσαι το μεγαλύτερο συμβάν του πλανήτη με την αδερφή ψυχή σου. 

Μα και όταν ξαφνικά το κεφάλι σου κατακλύζεται από ένα σωρό προβληματισμούς και αινίγματα που αναζητάς απεγνωσμένα απαντήσεις, έρχεται η μαμά, αυτή η μαμά που μαλώνεις, που θυμώνεις που αγκαλιάζεις και που μέσα στη μέρα την φωνάζεις για ότι σου έρθει στο μυαλό ακόμα και για το που έβαλες το τάδε μπλουζάκι και κατηγορείς εκείνη. 'Ερχεται, λοιπόν, και σε συμβουλεύει, σκέφτεται μαζί σου, ανησυχεί, μπαίνει στη θέση σου και σου δίνει απλόχερα ένα εκατομμύριο λύσεις, που δεν σου περνούσαν από το μυαλό.

Ξέρεις, είναι η ίδια μαμά, που θα σε περιμένει ξάγρυπνη όλο το βράδυ ενώ θα βρίσκεις χίλιες αναπάντητες στο κινητό, γιατί ανησυχεί λες και θα συμβεί το τέλος του κόσμου. Εντούτοις, είναι η ίδια, κι όμως, η ίδια, που θα σε πάρει τηλέφωνο από ένστικτο όταν δεν θα είσαι καλά και ενώ δεν θα της πεις ούτε μία λέξη, θα σου πει είμαι εδώ και σ'αγαπώ, μετά απ' αυτό όλα μοιάζουν λίγο πιο εύκολα, έτσι δεν είναι;

Αχ, κι' αυτές οι ερωτήσεις, που σε ρωτάει μόνο με βλέμματα και δεν μπορείς να κρυφτείς όσο και να θέλεις, εκείνες που κοκκινίζεις, πρασινίζεις και κιτρινίζεις, αλλά βαθιά μέσα σου ξέρεις πώς εν τέλει θα τις απαντήσεις όλες με λόγια.

Η δική μου μαμά, η δική σου μαμά και όλες οι μαμάδες που μας φτιάχνουν τα πιο νόστιμα φαγητά, αυτές που καθαρίζουν το χάος στο δωμάτιό μας αλλά εμείς πάλι θυμώνουμε γιατί δεν βρίσκουμε τίποτα ενώ είναι μπροστά μας, που θα την ρωτήσουμε τι να φορέσουμε και θα μας βλέπει πάντα κούκλες και κούκλους, που θα τρέχει στις σκάλες να σε προλάβει να σου δώσει ζακέτα, αλλά και εκείνη που δεν πήρες ζακέτα και θα είναι νοσοκόμα 24ώρες το 24ώρο, επειδή αρρώστησες. 


Κι' αν δεν είναι η μαμά μας ο σούπερ-ήρωας μας τότε ποιος είναι; 
Κι 'αν τελικά δεν είναι η μαμά μας ο καλύτερος μας σύμβουλος τότε ποιος είναι;

Όσο και να το σκεφτούμε, η καρδιά μας και η λογική μας θα δηλώνει δίπλα στη θέση η καλύτερη φίλη, την λέξη μαμά. 


Τα χρόνια περάσανε μαμά Φοβάμαι ακόμα μαμά Ονειρεύομαι ακόμα μαμά Σε χρειάζομαι ακόμα μαμά Θυμάμαι τα τραγούδια στη γιορτή μου Αστεία, παιχνίδια στην αυλή Και όταν ήρθε η ώρα πια να φύγω Έμεινε μονάχα η σιωπή


BY: WORLD PRISONERS


Τετάρτη 16 Αυγούστου 2017

(ΟΝΕΙΡΙΚΑ) ΤΑΞΙΔΙΑ

                                 
              Σίγουρα, όλοι μας κάποια στιγμή, έχουμε ταξιδέψει, άλλοτε μικρές αποστάσεις, ακόμη και στην ίδια μας την πόλη, άλλοτε πάλι ταξίδια μακρινά, χιλιόμετρα και αποστάσεις πού ούτε τις φανταζόμασταν, αλλά και κάποιοι ονειρευόμασταν, ταξιδεύαμε με τις σκέψεις, σε τόπους μακρινούς, μαγικούς ή και όχι.
                      Βέβαια, ποιος μπορεί, να μην θυμάται, εκείνη την αγωνία της προετοιμασίας, οι βαλίτσες, τι θα πάρουμε, τι θα αφήσουμε, να είμαστε προετοιμασμένοι για όλα, που τελικά ποτέ δεν ήμασταν πλήρως. Οι φωτογραφικές μηχανές, να αποτυπώσουμε κάθε στιγμή που θα ζήσουμε, εκείνο το τελευταίο χοροπήδημα στο κρεβάτι και μετά, κλειστά μάτια, για να κάνουμε ένα ταξίδι - αστραπή, σκεπτόμενοι, το τι μας περιμένει. Επιπλέον, εκείνο το ξαφνικό άνοιγμα των ματιών, για να ελέγξουμε μία τελευταία φορά, αν έχουμε εισιτήρια, διαβατήρια και φυσικά, για κάποιους το βιβλίο για την διάρκεια της αναμονής, παραμονής και για τον δρόμο της αναχώρησης που συνήθως μας προκαλεί μία γλυκιά νοσταλγία.
                       Από την άλλη πλευρά, η προετοιμασία και η αγωνία, δεν υπάρχει στα ταξίδια του μυαλού. Εκεί, τα δεδομένα αλλάζουν, δεν υπάρχουν φραγμοί, δεν χρειάζεται να θυμηθούμε ή να ξεχάσουμε κάποιο αντικείμενο, εκεί δημιουργούμε τις εικόνες μας, πλήρως ''εξοπλισμένες''. Αλλά, ξεκινάνε αυτές οι διαδρομές, με έναν τρόπο συναρπαστικό, συνήθως, επιλέγουμε, συνοδοιπόρους αγαπημένα πρόσωπα, ή τον ίδιο μας τον εαυτό. Φτιάχνουμε τους τόπους μόνοι μας, με κάστρα, δάσοι, λίθους, αυτοκράτορες και βασίλεια, πριγκίπισσες και νεράιδες, τους τυπικά ''καλούς και κακούς'' ήρωες, ζούμε το δικό μας παραμύθι με ένα εισιτήριο χωρίς επιστροφή. Επιπλέον, είναι και οι ήδη υπαρκτοί τόποι, που έχουμε ακούσει γι' αυτούς, από αφηγήσεις, έχουμε δει σε εικόνες, ή σε ταινίες. Σε εκείνα τα ταξίδια, περπατάμε σε δρόμους και στενά, με φίλους, γελάμε, συζητάμε, προσπαθούμε να γίνουμε ένα με αυτό που πλάθουμε στη φαντασία μας. Άλλες φορές πάλι, επιλέγουμε να κλαίμε, να έχουμε τον τραγικό ρόλο και όχι σπάνια πρωταγωνιστικό και εκεί που τελειώνει το ταξίδι να νιώθουμε μία απελευθέρωση, μία γαλήνη, αποκτήσαμε, βλέπεις, εμπειρίες.
                    Κάποτε, όντας έφηβη, έκανα και εγώ, ένα φανταστικό ταξίδι, πέραν των υπέροχων πραγματικών ταξιδιών που είχα ήδη κάνει,εκείνο όμως δεν ήταν κάτι σπουδαίο, ήταν απλά ένα ταξίδι  σε μία σπάνια χώρα, με μία λίμνη, με υπέροχους κύκνους και γύρω απ' τη λίμνη, τριαντάφυλλα σε όλες τις αποχρώσεις, και ήταν τόσο κοντά με τα αστέρια, που νόμιζα προς στιγμήν, ότι μπορούσα να τα αγγίξω. Δεν έκανα διαδρομές, απλά καθόμουν εκεί, δυστυχώς δίχως φωτογραφική μηχανή, μόνο την μνήμη και τις σκέψεις μου. Υπήρχε, μάλιστα και ένα δέντρο, με τεράστια κλαδιά, που εκεί καθόταν μία άγνωστη μορφή και απλά τραγούδαγε γλυκά.
 Ωστόσο, τα ταξίδια, όπως και τα όνειρα διαρκούν για λίγο, γι' αυτό να ταξιδεύετε και να ονειρεύεστε πολύ.

Αλήθεια, το δικό σας αγαπημένο ,ξεχωριστό ταξίδι, το έχετε ήδη ζήσει, το σχεδιάζετε ή ακόμη δεν ήρθε η στιγμή να το πραγματοποιήσετε;


BY: WORLD PRISONERS


Πολλά ταξίδια συνεχίζονται για πολύ καιρό ακόμα αφότου έχει σταματήσει η κίνηση στο χρόνο και στο χώρο.


          

Τετάρτη 31 Μαΐου 2017

ΚΑΠΟΙΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ

                                                    ΚΑΠΟΙΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ


Καθημερινά ακούμε νέες μελωδίες από νέους και παλιούς καλλιτέχνες, διάφορα είδη μουσικής, άλλα με ιδιαίτερο ρυθμό και άλλα με ανούσια λόγια που συνάδουν με την μόδα της εποχής. Βέβαια, συχνά παρατηρούμε τραγούδια που αγνοούσαμε, που νιώθαμε μία αδιαφορία στο άκουσμά τους, γίνονται αγαπημένα, είτε γιατί επηρεάζουν τον συναισθηματικό μας κόσμο, είτε γιατί οι στίχοι τους αποτυπώνουν μία αλήθεια που φοβόμασταν να αντικρίσουμε κατάματα.
  Κάποια τραγούδια, γρατζουνούν απαλά τις χορδές της ψυχής μας, μας ταξιδεύουν, μας παρασέρνουν σε σκέψεις, σε ιστορίες  που είχαμε καλά κρυμμένες, τις ξεθάβουμε για λίγα λεπτά, ίσα ίσα μόνο για την διάρκεια του τραγουδιού, ζούμε ξανά καταστάσεις, αρχίζουν τα παιχνίδια του μυαλού, απομονώνουμε λίγο εμάς με τον εαυτό μας. Ύστερα, πάλι, ανοίγουμε το συρτάρι τοποθετούμε πάλι τις μνήμες μας που ξύπνησαν σαν αγρίμια, τις κοιμίζουμε, στην ρωγμή του χρόνου, για να γλυτώσουμε γρήγορα από διάφορες υποτροπές. Δεν αντέχουμε την νοσταλγία. Άλλοτε, είναι και τραγούδια αφιερωμένα, συνδυασμένα, αρμονικά με πρόσωπα που κάποτε έπαιζαν ένα ρόλο ή παίζουν ακόμα στη ζωή μας. Αυτά, που μας κάνουν να χαμογελούμε, ανόητα στον ήχο τους ή να δακρύζουμε κρυφά.
  Παράλληλα, υπάρχουν και τα άσματα  που μας δημιουργούν μία ένταση, μία ευφορία, μία δύναμη, ανάγκη για χορό , για ξέσπασμα, που έρχονται έτσι απλά και μας ξεσηκώνουν, αποθεώνουμε τους καλλιτέχνες στις συναυλίες , φωνάζοντας μαζί τους, τους στίχους, τόσο όσο να μην μπορούμε να ανασάνουμε. Συνδετικοί κρίκοι με τις παρέες που αγκαλιαζόμασταν και χοροπηδούσαμε με νεύρο στους ρυθμούς της μουσικής, είτε στους συναυλιακούς χώρους, είτε στα πιο απίθανα μέρη.
 Αυτά τα τραγούδια που μας φτιάχνουν την μέρα, που μας δίνουν κουράγιο να ανταπεξέρθουμε στα πρωινά ξυπνήματα της Δευτέρας, αλλά και στα γλυκά απογεύματα της Παρασκευής, τα φανταστικά και ξέφρενα σαββατόβραδα και τις νοσταλγικές Κυριακές, εκείνες που σε σκεπάζει μία θλίψη και μία μοναξιά.
 Πόση μαγεία μπορεί να κρύβει τελικά ένα τραγούδι, πόσα διαφορετικά συναισθήματα, από τόσο διαφορετικούς ανθρώπους που ριγούν στον ήχο του. Μα το πιο σημαντικό είναι, πώς οι διαφορετικοί συνδυασμοί από μόνο επτά νότες, αλλάζουν και μεταβάλουν την ψυχολογία μας.
Όλα αυτά τα άσματα, τελικά αποτελούν μια γλυκιά συντροφιά, που όσα χρόνια κι αν περάσουν θα συντροφεύουν όλο και περισσότερους ανθρώπους.

BY: World Prisoners

''Η μουσική χύνεται πάνω στη λογική
και με κάποιον παράξενο τρόπο
η μουσική βλέπει περισσότερα από μένα.
Θέλω να πω, θυμάται καλύτερα.
Θυμάται την πρώτη νύχτα εδώ'' (απόσπασμα από ποίημα της  Anne Sexton)